έπιπλο

έπιπλο
Κινητή ξύλινη ή μεταλλική κατασκευή ποικίλων χρήσεων. Η ιστορία των ε. είναι τόσο παλιά όσο σχεδόν ο κόσμος. Αν όμως το έ. εξεταστεί όχι μόνο από την πλευρά της χρησιμότητας αλλά και του διακοσμητικού χαρακτήρα του, η πραγματική ιστορική αρχή του θα πρέπει να τοποθετηθεί στην Αναγέννηση, όταν, εκτός από τα επίσημα κτίρια και τις ιδιωτικές κατοικίες, τα έ. διαχωρίζονταν, ανάλογα με τους χώρους προορισμού τους, σε έ. υπνοδωματίου, γραφείου, τραπεζαρίας κ.ά. Από τα τραπέζια της αναγεννησιακής εποχής τα πιο χαρακτηριστικά είναι τα στενόμακρα με βαριά υποστηρίγματα ανάμεσα στα οποία τοποθετείται ένα συρτάρι, συχνά διακοσμημένα με ένθετα μικρά γεωμετρικά ποικίλματα από διάφορα ξύλα, ελεφαντόδοντο και κόκαλο. Τον 16o αι. εμφανίστηκαν τα πρώτα δείγματα γραφείων (σκρίνια), προϊόντα συνδυασμού δύο επάλληλων στοιχείων, από τα οποία το πάνω έχει ένα φύλλο που ανοίγει προς τα κάτω και χρησιμεύει ως γραφείο, ενώ το κάτω είναι χώρος φύλαξης αντικειμένων. Στα κρεβάτια, τα ερεισίνωτα αντικαταστάθηκαν από τέσσερις γωνιαίες κολόνες, συχνά αρκετά ψηλές για να στηρίζουν το πλούσιο επιστέγασμα. Από τις καρέκλες, οι πιο γνωστές είναι η σαβοναρόλα και η νταντέσκα με δερμάτινη ράχη και κάθισμα και οι μεγάλες πολυθρόνες με φλογόμορφο κόσμημα στο ερεισίνωτο. Στις αρχές του 17ου αι. αναπτύχθηκε η μέθοδος της επένδυσης με φύλλα από πολύτιμα ξύλα, ενώ στη Φλάνδρα επικράτησε η ένθετη διακόσμηση με εξωτικά ξύλα. Στο β’ μισό του 17ου και κατά τον 18o αι. κυριάρχησε το γαλλικό έ. Ο Λουδοβίκος ΙΔ’ επέβαλε στην επιπλοποιία, τις κλασικιστικές αρχές, μετριάζοντας την τόλμη του μπαρόκ. Χαρακτηριστικά της εποχής ήταν τα κάπως βαριά έ. του Αντρέ-Σαρλ Μπουλ (1642-1732), κονσόλες, καναπέδες δίχως ράχη, μπουφέδες, καθρέφτες τοποθετημένοι ανάμεσα σε δύο παράθυρα με πλούσιες, λεπτές και κομψές ένθετες διακοσμήσεις από μέταλλο και όστρακα. Τα έ. του Λουδοβίκου ΙΕ’ (1715-1774), κράματα μπαρόκ και ροκοκό, ήταν μικρότερα από τα προηγούμενα, χαριτωμένα, και είχαν σταθερά χαρακτηριστικά την καμπύλη γραμμή, τα κυρτά πόδια με βοστρυχωτά πέλματα και τη λεπτή πολυχρωμία των πολύτιμων ένθετων ξύλων σε διάφορες αποχρώσεις που εισήγαγε στη Γαλλία η Εταιρεία των Ινδιών. Η ποικιλία των ε. υπήρξε μεγάλη και κατασκευάζονταν με τέτοιον τρόπο, ώστε με κατάλληλους συνδυασμούς να μπορούσαν εύκολα να μετατραπούν. Συνηθέστερα είδη ήταν τα τραπέζια τουαλέτας, παιχνιδιού, εργόχειρου, τα νεφροειδή τραπεζάκια και τα πιο χαρακτηριστικά ήταν οι κονσόλες, οι οποίες διακοσμούνταν με την πεντάβολη αχιβάδα, οι καμπυλόγραμμοι βομβοειδείς κομοί, η μπερζέρ και η μαρκίζ (πολυθρόνες με μονό ή διπλό κάθισμα) και τα κρεβάτια με επιστέγασμα και ένα ερεισίνωτο (à la duchesse) ή δύο (à l’ ange). Ο νεοκλασικισμός του Λουδοβίκου ΙΣΤ’ επανέφερε την ευθεία γραμμή και τα αυστηρότερα σχήματα. Τα έ. ήταν διακοσμημένα με επικολλημένα μπρούντζινα κλασικά μοτίβα ή με λεπτά ενθέματα. Τύπος ε. στιλ Λουδοβίκου ΙΣΤ’ ήταν το μικρό γυναικείο γραφείο (bonheur du jour), το γραφείο με κυλινδρικό κάλυμμα (bureau à cylindre), η απλή σιφονιέρα και η σιφονιέρα με επτά συρτάρια (semainier). Φημισμένοι επιπλοποιοί ήταν ο Ζορζ Ζακόμπ (1739-1814) και ο Ζαν Ανρί Ρισνέρ (1734-1806). Επίσης, σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη του νεοκλασικού ε. στο τέλος του 18ου αι. έπαιξαν τα χαρακτικά έργα του Τζοβάνι Μπατίστα Πιρανέζι, τα αφιερωμένα στα αντικείμενα της διακόσμησης των εσωτερικών χώρων. Τα στιλ διευθυντηρίου και αυτοκρατορίας καινοτόμησαν κυρίως στον τομέα της διακόσμησης. Νέος τύπος ε. ήταν η Ψυχή, κινητός καθρέφτης ωοειδής ή ορθογώνιος, που υποβασταζόταν από δύο κιονίσκους με διάφορα ποικίλματα. Την ίδια εποχή, το έ. παρουσίασε στην Αγγλία πρωτότυπη ανάπτυξη και δημιουργήθηκαν δύο αγγλικά στιλ, διαφορετικά από εκείνα της υπόλοιπης Ευρώπης· το στιλ βασίλισσας Άννας και το Τσίπεντεϊλ. Ενώ το πρώτο διακρινόταν για την μπαρόκ βαριά γραμμή του, το δεύτερο ήταν πιο πρωτότυπο και ταιριαστό με την αστική καλαισθησία. Η ονομασία του οφείλεται στον επιπλοποιό του Λονδίνου Τόμας Τσίπεντεϊλ (1718-1779), που προτιμούσε τα αναπαυτικά και απλά σχήματα, αν και η κλίση του για την περίπλοκη διάτρητη διακόσμηση με κινεζικά μοτίβα τον οδήγησε κάποτε σε υπερβολές. Φανερή αποστροφή προς τις μορφές ροκοκό έδειξαν ο περίφημος αρχιτέκτονας Ρόμπερτ Άνταμ και οι επιπλοποιοί του 18ου αι. Χέπλχουαϊτ και Σέρατον που επεδίωκαν την απλότητα και τη λειτουργικότητα της μορφής, αλλά χρησιμοποίησαν πλέγματα από καλάμι για τη διακόσμηση της ράχης των καθισμάτων και των καναπέδων. Μετά την πτώση του Ναπολέοντα, δημιουργήθηκαν στη Γαλλία ρυθμοί παλινόρθωσης, Λουδοβίκου Φιλίππου και Β’ Αυτοκρατορίας, εμπνευσμένοι από πρόσφατα ή παλαιότερα πρότυπα. Έτσι, κατά την παλινόρθωση το έ. συνέχισε τον ρυθμό διευθυντηρίου και αυτοκρατορίας, ενώ την εποχή του Λουδοβίκου Φιλίππου στράφηκε προς τους γοτθικούς και ροκοκό ρυθμούς (έ. νεογοτθικά και νεοροκοκό) και στη Β’ Αυτοκρατορία επανέφερε το πομπηιανό πνεύμα (έ. αυτοκράτειρας Ευγενίας). Παρά το γεγονός ότι η περίοδος αυτή του εκλεκτικισμού διατηρήθηκε για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα, στις αρχές του 20ού αι. παρουσιάστηκαν σε όλη την Ευρώπη διάφορες τάσεις που αναζητούσαν νέες εκφραστικές μορφές και δημιούργησαν τον νέο μεταβατικό ρυθμό, γνωστό με διάφορες ονομασίες (Νέος Ρυθμός, Λίμπερτι, Γιούγκεντστιλ κ.ά.) που καθιερώθηκε το 1900 στη διεθνή έκθεση του Παρισιού και έτεινε στην απλοποίηση των ε. και στην κάθαρση των σχημάτων. Στη διακόσμηση, εκφράστηκε με σχηματοποιημένα άνθη –κυρίως ίριδες– με γραμμές κάπως μαλθακές και απλά χρώματα. Με τον Νέο Ρυθμό άρχισε η προσπάθεια αναζήτησης μορφών που να ανταποκρίνονται στο αίτημα της τελετουργικότητας χωρίς να χάνουν τη ρυθμολογική αξία τους. Χαρακτηριστικά δείγματα είναι τα έ. του Ολλανδού αρχιτέκτονα Χένρι Βαν ντε Βέλντε (1863-1957) με περιορισμένη διακόσμηση και τονισμό της λειτουργικότητάς τους. Από τότε, πολλά μεγάλα ονόματα καλλιτεχνών και αρχιτεκτόνων συνδέθηκαν με την ιστορία των εφαρμοσμένων τεχνών και σύγχρονα ρεύματα όπως το Ντε Στιλ και το Μπαουχάους αποτέλεσαν σταθμούς στην ιστορία του ε. Περίπου από το 1930 η ιστορία του ε. άρχισε να συνδέεται με την εργασία των μορφολόγων σχεδιαστών. Σήμερα, μάλιστα, δεν είναι πια νοητή η κατασκευή νέων ε., έστω και της σειράς, χωρίς την τεχνική και καλλιτεχνική παρέμβαση του μορφολόγου σχεδιαστή. σύγχρονη επιπλοποιία. Η κατασκευή ε. σε βιομηχανική ή βιοτεχνική κλίμακα. Σήμερα, το συνηθέστερο υλικό για την κατασκευή των ε. είναι το ξύλο, είτε συμπαγές σε πλάκες είτε καπλαμάς είτε αντικολλητό (κόντρα-πλακέ). Μερικές ειδικευμένες βιομηχανίες κατασκευάζουν έ. μεταλλικά, συνήθως από σωλήνες, από διατομές (προφίλ), από χαλύβδινα ή σιδερένια ελάσματα, τα οποία αποτελούνται από στοιχεία με κοχλίες ή συγκολλητά και έχουν τμήματα επενδεδυμένα με λινέλαιο, απομίμηση δέρματος ή φορμάικα. Αυτός ο τύπος ε. είναι κατάλληλος για γραφεία και κουζίνες καθώς και για έ. υπαίθρου ή εξοχής. Το ξύλο που από τους αρχαίους χρόνους διατηρεί τη μεγαλύτερη σπουδαιότητα στην επιπλοποιία είναι η καρυδιά, αλλά χρησιμοποιούνται πολύ το έλατο, η οξιά, ο πρίνος, η λεύκη, η μελία, ο σφένδαμος, η φτελιά, η καστανιά κλπ. Επίσης, χρησιμοποιούνται ευρέως τα πολύτιμα ξύλα των τροπικών χωρών, όπως το μαόνι, ο έβενος, το παλίσσανδρο, το τικ κλπ. Ο καπλαμάς αποτελείται από ένα λεπτό φύλλο (πάχους 0,6 έως 2 χιλιοστών) από πολύτιμο ξύλο, το οποίο επικολλάται σε άλλο ξύλο, λιγότερο ακριβό. Συνήθως, μεταξύ των δύο παρεμβάλλεται και ένα άλλο φύλλο με τις ίνες τοποθετημένες εγκάρσια ως προς το πρώτο. Το αντικολλητό ξύλο (που άρχισε να χρησιμοποιείται εδώ και μερικές δεκάδες χρόνια) αποτελείται από τρία ή περισσότερα φύλλα, τα οποία κολλούνται μεταξύ τους με ισχυρή πίεση και έχουν διασταυρωμένες τις ίνες τους· μπορεί και αυτό να επενδυθεί με καπλαμά. Η διασταυρωμένη διάταξη των ινών τις εμποδίζει να διογκωθούν και να συσταλθούν και έτσι το αντικολλητό ξύλο κάμπτεται και σχίζεται πολύ πιο δύσκολα από το συμπαγές ξύλο, ενώ ταυτόχρονα παρουσιάζει διπλή αντοχή στο ίδιο πάχος. Η κατασκευή ενός ε. ακολουθεί διάφορες φάσεις: η πρώτη είναι το σχέδιο του ε., το οποίο πρέπει να είναι σύμφωνο με το επιθυμητό στιλ και να δείχνει τις λεπτομέρειες και τις διαστάσεις του κάθε τμήματος. Τα διάφορα αυτά τμήματα, στις μαζικές βιομηχανικές κατασκευές, κατασκευάζονται με μηχανές και, όπου είναι αναγκαίο, με τη βοήθεια χειροκίνητων εργαλείων. Τα μηχανήματα που χρησιμοποιούνται είναι οι πριονοκορδέλες, τα δισκοπρίονα, οι πλάνες, ο τόρνοι, τα δρέπανα, οι στιλβωτικές μηχανές κλπ. Μία από τις φάσεις κατασκευής επίπλων είναι ο έλεγχος και η διόρθωση των διαστάσεων των πλαισίων. Η κατασκευή ενός επίπλου ακολουθεί διάφορες φάσεις, όπως είναι το κόλλημα καπλαμά και ο τετραγωνισμός των άκρων των τεμαχίων. Η κατασκευή επίπλων περνά από πολλές φάσεις. Σημαντική θεωρείται η λείανση των άκρων των κομματιών που τα αποτελούν με λειαντική ταινία. Τυπικό εσωτερικό του 14ου αι. σε αίθουσα του μεγάρου Νταβαντσάτι στη Φλωρεντία, όπου στεγάζεται το Μουσείο Παλαιάς Φλωρεντινής Κατοικίας. Τραπέζι και καθίσματα του στιλ Μπιντερμάιερ που υιοθέτησε η γερμανική αστική τάξη στο α’ μισό του 19ου αι. (Συλλογή Σεν Κουζέν, Τεργέστη).
* * *
το (Α ἔπιπλον)
κινητό αντικείμενο που κατασκευάζεται συνήθως από ξύλο, μέταλλο, πλαστικό, μάρμαρο, γυαλί, ύφασμα κ.λπ. και χρησιμοποιείται για ποικίλες χρήσεις και λειτουργίες ή για συμπλήρωση και στολισμό τού εσωτερικού τής ανθρώπινης κατοικίας, γραφείων, δωματίων κ.λπ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < επι-πλ-ον, με τη μηδενισμένη βαθμίδα -πλ- τής ρ. πελ- (πρβλ. πέλ-ομαι). Στην Αρχαία η λ. μαρτυρείται κανονικώς στον πληθυντικό, σπανίως στον ενικό, σήμαινε δε αρχικά τα «σκεύη που μπορούν να μετακινούνται» και, κατ’ επέκταση, την «κινητή περιουσία» (αντίθετα προς τη λ. έγγεια = ακίνητη περιουσία). Η σύνδεση της λ. με τον τ. επιπολή «επιφάνεια», αν ευσταθεί, θα έδινε ως αρχική τη σημασία «αυτά που βρίσκονται στην επιφάνεια». Ο τ. επίπλοα, που μαρτυρείται από τον Ηρόδοτο, είναι προϊόν παρετυμολογίας από το απαρμφ. επιπλείν (επιπλέω). Ο νεοελλ. τ. έπιπλο, έπιπλα χρησιμοποιείται για να δηλώσει κυρίως τα κινητά σκεύη στο εσωτερικό τής κατοικίας].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • έπιπλο — το κινητό αντικείμενο που χρησιμοποιείται για συμπλήρωση ή καλλωπισμό του εσωτερικού κατοικίας, το μόμπιλο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • κρεβάτι — Έπιπλο πάνω στο οποίο κοιμάται ή αναπαύεται κάποιος. Το κ. αποτελείται από ένα μεταλλικό ή ξύλινο πλαίσιο, στηριζόμενο συνήθως σε τέσσερα πόδια, στο οποίο προσαρμόζεται ένα πλέγμα (σούστα) –μεταλλικό κατά κύριο λόγο– που αποτελεί και τη βάση του… …   Dictionary of Greek

  • αναλόγιο — Έπιπλο που αποτελείται από μία ή δύο σανίδες και χρησιμεύει στην τοποθέτηση βιβλίων ή τετραδίων για ανάγνωση ή γραφή. Παλαιοτερα ονομαζόταν και αναλογείο. Το α. είναι ένα είδος μικρού τετράγωνου ή πολύεδρου τραπεζιού με επικλινή επιφάνεια που… …   Dictionary of Greek

  • κομό — (γαλλ. commode). Έπιπλο μέτριου ύψους, με πολλά επάλληλα συρτάρια, στηριζόμενο σε τέσσερα κοντά πόδια. Τα πρώτα κ. εμφανίστηκαν στη Γαλλία, την εποχή του Λουδοβίκου ΙΔ’ και ήταν πιθανότατα εφεύρεση του Σαρλ Μπουλ. Το κ. διαδόθηκε με εκπληκτική… …   Dictionary of Greek

  • διακόσμηση — Ο εξωραϊσμός, το στόλισμα, η επίθεση στολιδιών σε ένα οικοδόμημα. Δ. χαρακτηρίζεται οτιδήποτε συμπληρώνει τη βασική κατασκευή ενός κτιρίου, στολίζοντας ή εμπλουτίζοντας την εξωτερική ή εσωτερική επιφάνειά του. Αυτό δεν σημαίνει ότι η δ. έχει… …   Dictionary of Greek

  • βιβλιοθήκη — Δημόσια ή ιδιωτική συλλογή βιβλίων ή χειρογράφων, οργανωμένη με σκοπό τη διατήρησή τους ή τη διευκόλυνση των αναγνωστών να τα συμβουλεύονται και να τα μελετούν. Ο όρος σημαίνει επίσης και τον τόπο όπου φυλάσσονται τα βιβλία, αλλά και… …   Dictionary of Greek

  • καστανιά — Δέντρο της οικογένειας των φαγκιδών (δικοτυλήδονα). Αποτελεί μέρος της δασικής χλωρίδας των θερμών ζωνών της Ευρώπης. Κατάγεται πιθανώς από τον μεσογειακό χώρο και ήταν γνωστή από την αρχαιότητα με την ονομασία Διός βάλανον. Στην Ελλάδα… …   Dictionary of Greek

  • κονσόλα — I Κινητό βοηθητικό έπιπλο, που στηρίζεται στον τοίχο και σε δύο πόδια με σιγμοειδή κάμψη. Την εποχή της Αναγέννησης η κ. στηριζόταν στον τοίχο ή την αναρτούσαν σε αυτόν και ήταν διακοσμημένη με διάφορα κομψοτεχνήματα. Ήταν κατασκευασμένη από ξύλο …   Dictionary of Greek

  • μόμπιλο — το έπιπλο. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. επίθ. mobile «κινητός» (δηλαδή «κινητό έπιπλο») < λατ. mobilis, is, e (αντί movibilis < moveo «κινούμαι)] …   Dictionary of Greek

  • προσκυνητάρι(ο) — το / προσκυνητάριον, ΝΜ βιβλίο το οποίο περιέχει περιγραφές ιερών προσκυνημάτων («το προσκυνητάρι τού Αγίου Τάφου») νεοελλ. 1. εκκλ. έπιπλο ορθόδοξου ναού σε σχήμα αναλογίου, μαρμάρινο, ξυλόγλυπτο ή μεταλλικό, με ή χωρίς κιβώριο, μπροστά στο… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”